Μονόπλευρα και ανακριβή χαρακτηρίζουν οι ερευνητές από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου «Έρασμος», στο Ρότερνταμ, τα αποτελέσματα, που προσφέρουν τα εξατομικευμένα γενετικά τεστ στους καταναλωτές, καθώς, δεν λαμβάνουν υπόψη σημαντικούς παράγοντες πέραν του DNA που επηρεάζουν την υγεία.
Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα γενετικών τεστ δύο ανταγωνιστικών, μεταξύ τους, εταιρειών, η επιστημονική ομάδα διαπίστωσε ότι τα περισσότερα τεστ των δύο εταιρειών έδιναν διαφορετικά αποτελέσματα σε ό,τι αφορούσε στον κίνδυνο εμφάνισης της ίδιας νόσου.
«Όταν είδαμε αναλυτικά τα αποτελέσματα ως προς τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε ο κάθε εθελοντής, διαπιστώσαμε ότι υπήρχαν τεράστιες διαφορές μεταξύ των δύο εταιρειών» αναφέρει η επικεφαλής της μελέτης και επιδημιολόγος Δρ Σεσίλ Γιάνσενς.
Ως αιτία σημειώνουν τη διαφωνία των εταιρειών ως το πόσο συχνά εμφανίζονται στον γενικό πληθυσμό συγκεκριμένες ασθένειες, αλλά και το γεγονός ότι τα γενετικά τεστ επικεντρώνονταν μόνο στους γενετικούς παράγοντες, τη στιγμή που ως γνωστόν σημαντικό έως και πρωταρχικό ρόλο για την εμφάνιση κάποιων ασθενειών παίζουν επίσης το περιβάλλον και ο τρόπος ζωής.
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα με τα συγκεκριμένα τεστ είναι ότι δεν λαμβάνουν υπόψη άλλους παράγοντες που ενδεχομένως να παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση ασθενειών, όπως π.χ. η ηλικία, η διατροφή, η σωματική άσκηση, το ενδεχόμενο κάποιος να είναι καπνιστής. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτοί οι παράγοντες ευθύνονται για την αύξηση του κινδύνου» εξηγεί η ειδικός.
«Μάλιστα στην περίπτωση πιο περίπλοκων ασθενειών, εάν παραληφθούν οι μη-γενετικοί παράγοντες, τότε μιλάμε για ένα πολύ περιορισμένο μέρος της γενικής εικόνας της υγείας του ασθενούς και χάνουμε το γενικό νόημα» καταλήγει η Δρ Γιάνσενς.
Συνεπώς, είναι επιτακτική η ανάγκη για αυστηρότερα μέτρα και ελέγχους γύρω από τη νέα «μόδα» των εξατομικευμένων αυτών εξετάσεων, οι οποίες είναι από τις πιο ακριβοπληρωμένες.
Τα εν λόγω ευρήματα, πάντως, πρόκειται να παρουσιαστούν στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Ανθρώπινης Γενετικής.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου